Είναι πασιφανές ότι τον κύριο ρόλο σε μία σύγκρουση στην Κύπρο και την εγγύς θαλάσσια περιοχή θα έχει η Π.Α. Αν και η σημασία των ναυτικών επιχειρήσεων δεν πρέπει να παραμεριστεί, είναι η άμεση αντίδραση του αεροπορικού όπλου στη χρόνο-διάσταση των πολεμικών επιχειρήσεων που θα έχει καταλυτικά αποτελέσματα.

Είναι πασιφανές ότι τον κύριο ρόλο σε μία σύγκρουση στην Κύπρο και την εγγύς θαλάσσια περιοχή θα έχει η Π.Α. Αν και η σημασία των ναυτικών επιχειρήσεων δεν πρέπει να παραμεριστεί, είναι η άμεση αντίδραση του αεροπορικού όπλου στη χρόνο-διάσταση των πολεμικών επιχειρήσεων που θα έχει καταλυτικά αποτελέσματα.

Οι όποιες ναυτικές δυνάμεις σταλούν στην περιοχή της Κύπρου, θα φθάσουν μετά από δύο ημέρες και με την προϋπόθεση ότι δεν θα έχουν κριθεί αναγκαίες στο πολεμικό θέατρο του Αιγαίου. Εν αντιθέσει, οι αεροπορικές δυνάμεις μπορούν να πλήξουν στόχους ή να προσφέρουν υποστήριξη εντός ωρών, επιτρέποντας τη μεταφορά δυνάμεων από άλλα μέτωπα, χωρίς να χρειάζεται να ληφθεί υπόψη η μακροχρόνια έλλειψή τους.

Η κατάσταση στην Κύπρο σήμερα.

Από τις αρχές της δεκαετίας του ‘90, η Κύπρος έχει προχωρήσει στην απόκτηση σύγχρονων, οπλικών συστημάτων. Το αποτέλεσμα αυτής της ενέργειας είναι η ουσιαστική αναβάθμιση των κυπριακών, χερσαίων δυνάμεων, οι οποίες θα ταχθούν εναντίον της τουρκικής, ποσοτικής υπεροχής στο νησί. Η εισαγωγή σύγχρονων οπλικών συστημάτων, όπως τα άρματα μάχης Τ-80U, τα επιθετικά ελικόπτερα Mi-24, τα αυτοκινούμενα πυροβόλα Suzana και τα ΤΟΜΑ BMP-3P, επιτρέπουν στην ηγεσία της Εθνικής Φρουράς (ΕΦ), τη διεξαγωγή αμυντικών επιχειρήσεων με αυξημένες δυνατότητες επιτυχίας, εφόσον οι σημερινοί συσχετισμοί δυνάμεων στο νησί δεν αλλοιωθούν.

Καθώς η Κύπρος βρίσκεται πλησίον των τουρκικών λιμένων, αναμενόμενη είναι και η ροή ενισχύσεων και εφοδίων από την τουρκική ενδοχώρα προς τα κατεχόμενα. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι συγκεκριμένοι τουρκικοί λιμένες βρίσκονται πλησίον του χώρου ευθύνης της 3ης Τουρκικής Στρατιάς και της γεωγραφικής περιοχής που εξαιρείται από τη Συνθήκη CFE.

Ως αποτέλεσμα λοιπόν, η τουρκική ηγεσία δύναται να αντλήσει δυνάμεις από μία τεράστια δεξαμενή, η οποία είναι ουσιαστικά απρόσβλητη από τις ελληνοκυπριακές δυνάμεις. Επίσης, ουσιαστικό αμυντικό κενό αποτελεί η έλλειψη μαχητικών αεροσκαφών, που θα μπορούσαν να προσφέρουν εναέρια κάλυψη στις δυνάμεις της ΕΦ.

Η Τουρκία ακολουθώντας πολιτικές εκβιασμών έχει πετύχει να διατηρήσει την ΕΦ ευάλωτη σε αυτόν τον τομέα, αποτρέποντας την εγκατάσταση στο νησί Α/Α συστημάτων μακρού βεληνεκούς (S-300), που θα μπορούσαν να της προσφέρουν την αναγκαία αντιαερο- πορική κάλυψη. Ως αποτέλεσμα, η Π.Α. καλείται να καλύψει ένα ευρύ φάσμα αποστολών, προκειμένου να έχει εμφανή και ουσιαστικό ρόλο, στα πλαίσια του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου (ΕΑΧ).

Τακτική κατάσταση και Π.Α.

Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία θα πρέπει να έχει πλήρεις επιχειρησιακές δυνατότητες για αποστολές στη Μεγαλόνησο. Καλείται να προσφέρει αεροπορική κάλυψη, να εκτελέσει αποστολές Εναέριων Περιπολιών Μάχης (CAP), αποστολές Εγγύς Υποστήριξης (CAS), όπως και επιχειρήσεις Προσβολής Στόχων Επιφανείας (TASMO). Συγκεκριμένα, η τακτική κατάσταση διαμορφώνεται ως εξής: η τουρκική διάταξη περιλαμβάνει δύο εγκαταστάσεις ραντάρ στη νοτιοδυτική και τη νοτιοανατολική Τουρκία για την παρακολούθηση του εναέριου χώρου μεταξύ της Κρήτης και της Κύπρου.

Το ένα είναι εγκατεστημένο στο Αναμούρ, πλησίον της Κύπρου και το άλλο στη Φοινίκη, πλησίον του Καστελόριζου. Το δίκτυο συμπληρώνει ένα ραντάρ, το οποίο είναι εγκατεστημένο στο όρος Πενταδάκτυλο, στα κατεχόμενα. Τα ραντάρ αυτά προσφέρουν δυνατότητες πρόσκτησης στόχων στα μεγάλα, μεσαία και χαμηλά ύψη. Οι επιδόσεις τους ωστόσο στα πολύ χαμηλά ύψη είναι άγνωστες, αλλά και αμφίβολες. Υπάρχουν τρία αεροδρόμια της τουρκικής αεροπορίας που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν άμεσα τη δράση της τουρκικής αεροπορίας εναντίον της Κύπρου, όπως και την αναχαίτιση των πακέτων της Π.Α. από την Ελλάδα.

Το ένα βρίσκεται πλησίον της Αττάλειας, στη νοτιοδυτική Τουρκία, το άλλο στο Ικόνιο, που είναι η έδρα της 3ης AJU, Πτέρυγας Επιχειρησιακής Εκπαίδευσης και το τρίτο στο Ιντσιρλίκ, πλησίον της Συρίας, που είναι η έδρα της 10ης Βάσης Εναερίου Ανεφοδιασμού. Κατά πάσα πιθανότητα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και η προκεχωρημένη βάση στην Αλικαρνασσό.

Τα επτά όμως KC-135R Stratotanker εναερίου εφοδιασμού που διαθέτει η τουρκική αεροπορία, επιτρέπουν τη μεταφορά μαχητικών από άλλες βάσεις ή θέατρα επιχειρήσεων, χωρίς περιορισμούς στην εμβέλεια ή τη μεταφορική ικανότητα του οπλικού φορτίου. Με τη συνδρομή τους τα μαχητικά μπορούν να επιχειρούν έμμεσα και από τις βάσεις της 3ης AJU στο Ακιντσί, της 7ης AJU στη Μαλάτεια, της 8ης AJU στο Ντιγιάρμπακιρ, αλλά και από τις αεροπορικές βάσεις του Άφιον Καραχισάρ και του Μπατμάν.

Τις δε δυνατότητες μετεγκατάστασης μαχητικών της τουρκικής αεροπορίας, ενισχύουν δύο αεροδρόμια που βρίσκονται στην κατεχόμενη Κύπρο. Μειονέκτημα όμως είναι ότι και τα δύο βρίσκονται εντός της εμβέλειας του κυπριακού πυροβολικού.

Στον αντίποδα, η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία μπορεί να βασιστεί μόνο στα αεροδρόμια που βρίσκονται στην Κρήτη. Αυτά είναι τα αεροδρόμια της 115ης Πτέρυγας Μάχης στη Σούδα και τα αεροδρόμια των 126ων και 133ων Σμηναρχιών Μάχης στο Ηράκλειο και στο Καστέλι, αντίστοιχα. Θεωρητικά, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και το αεροδρόμιο στο Τιμπάκι, που είναι και το πιο προωθημένο από αυτά που βρίσκονται στην Κρήτη.

Επίσης, υπάρχει και το πολεμικό αεροδρόμιο στην Πάφο της Κύπρου, που είναι όμως ευπρόσβλητο στις αεροπορικές προσβολές. Ως κύριο πρόβλημα παραμένει η ανίχνευση του εναερίου χώρου μεταξύ της Κύπρου και της Κρήτης. Στον ελληνικό χώρο, η ανίχνευση παρέχεται από ένα ραντάρ NADGE, το Κρόνος, που βρίσκεται στη νοτιοανατολική Κρήτη, καθώς και από δύο σταθμούς αναγνώρισης, έναν στη Ρόδο και έναν στην Κάρπαθο.

Αντίθετα, η οποιαδήποτε παροχή δεδομένων από την κυπριακή πλευρά, παρέχεται ουσιαστικά, μόνο από ένα σύγχρονο ραντάρ TRS-2245. Το αποτέλεσμα είναι η πλημμελής κάλυψη του ενδιάμεσου χώρου από τα ελληνοκυπριακά μέσα, ενώ η απόσταση των 550χλμ, που χωρίζει την Κρήτη από την Κύπρο, θέτει περιορισμούς στα χρονικά πλαίσια της αποστολής και στο μεταφερόμενο φορτίο. Επίσης, λόγω της μεγάλης απόστασης, τοποθετούνται, για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα ελληνικά πακέτα με προορισμό την περιοχή της Κύπρου, σε περιοχή πλησίον της Τουρκίας.

ΟΙ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ Π.Α. ΚΑΙ ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΟΥ ΕΑΧ

Ο κύριος παράγων που καθορίζει τη διεξα- γωγή επιχειρήσεων, στα πλαίσια του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος, είναι η απόσταση και η γεωγραφία. Ως αποτέλεσμα των ανωτέρω παραμέτρων θέτονται περιορισμοί στο σχεδιασμό της Πολεμικής Αεροπορίας. Οι περιορισμοί είναι οι εξής:

-Λόγω της γεωγραφικής διαμόρφωσης, υπάρχουν περιορισμένες δυνατότητες για την επιτήρηση του ενδιάμεσου χώρου από τους επίγειους αισθητήρες, στην Κύπρο και την Κρήτη, όπως και ελάχιστος αριθμός αισθητήρων για την κάλυψη του χώρου.

-Υπάρχει μεγάλη απόσταση μεταξύ Κύπρου και ελλαδικού χώρου. Ως αποτέλεσμα, θέτονται περιορισμοί, τόσο στους τύπους των μαχητικών που μπορούν να επιχειρήσουν -άρα και στο διαθέσιμο αριθμό- όσο και στο οπλικό φορτίο που μπορούν να μεταφέρουν, στο χρόνο αντίδρασης, αλλά και στο χρόνο παραμονής στην περιοχή των επιχειρήσεων.

-Η γεωγραφική γειτνίαση της Κύπρου, κατά μήκος του ενδιάμεσου χώρου, με την ανατολική Μεσόγειο είναι γεγονός. Άρα, η ύπαρξη μιας πληθώρας εγκαταστάσεων για τον εντοπισμό των σχηματισμών στην περιοχή (αισθητήρες), αλλά και τα λιμάνια και οι αεροπορικές βάσεις, δύνανται να αναχαιτίσουν αποτελεσματικά τις δυνάμεις που εισέρχονται στο θέατρο επιχειρήσεων της Ανατολικής Μεσογείου.

Επιπλέον, δύνανται να εξυπηρετηθούν από αυτά οι επιθετικές επιχειρήσεις, όπως είναι οι αποβάσεις στα μετόπισθεν, οι αεροπορικές προσβολές και η μεταφορά ενισχύσεων.

Διαβάστε το πλήρες άρθρο εδώ

Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ