Τ-45 Goshawk: Το ναυτικό Hawk σε ρόλο επιχειρησιακής και προκεχωρημένης εκπαίδευσης
To T-45 Goshwak αποτελεί τη ναυτική έκδοση του εκπαιδευτικού αεροσκάφους Hawk της British Aerospace, έχοντας αναλάβει την εκπαίδευση των χειριστών του Αμερικανιού Ναυτικού. Το Τ-45TS (Training System) αντικατάστησε τα T-2C Buckeye και TA-4, προσφέροντας, εκτός της πλατφόρμας, ένα ολοκληρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα με προσομοιωτές πτήσης και δίκτυο εκμάθησης συστημάτων μέσω υπολογιστών.
To T-45 Goshwak αποτελεί τη ναυτική έκδοση του εκπαιδευτικού αεροσκάφους Hawk
της British Aerospace, έχοντας αναλάβει
την εκπαίδευση των χειριστών του Αμερικανιού Ναυτικού. Το Τ-45TS (Training System)
αντικατάστησε τα T-2C Buckeye και TA-4,
προσφέροντας, εκτός της πλατφόρμας, ένα
ολοκληρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα με
προσομοιωτές πτήσης και δίκτυο εκμάθησης
συστημάτων μέσω υπολογιστών.
Το αεροσκάφος έχει τις ρίζες του στο πρόγραμμα του Αμερικανικού Ναυτικού VTXTS για ένα νέο προηγμένο εκπαιδευτικό αεροσκάφος, που θα αντικαθιστούσε τα παλαιότερα εκπαιδευτικά αεροσκάφη. Το πρόγραμμα ξεκίνησε το 1978 και ανάμεσα στις προτάσεις, που είχαν υποβληθεί τότε, ήταν και μια πρόταση της McDonnel Douglas, από κοινού με την British Aerospace, για μια ναυτική έκδοση του Hawk, προτείνοντας ένα νέο σχέδιο. Τελικά, το Νοέμβριο του 1981, το συμβόλαιο για το πρόγραμμα VTX κατοχυρώθηκε στις παραπάνω εταιρείες, καθώς ο άλλος ανταγωνιστής, το Alpha Jet, δεν κατάφερε να αποσπάσει το συμβόλαιο.
Η ναυτική έκδοση του Hawk απαίτησε μια εκτεταμένη σειρά έρευνας και ανάπτυξης επάνω στο βασικό σχέδιο του Hawk. Αυτή περιελάμβανε τροποποιήσεις στο σύστημα προσγείωσης, έτσι ώστε αυτό να γίνει πιο ανθεκτικό, τοποθέτηση του άγκιστρου πέδησης, νέο ριναίο διπλό τροχό με ειδική υποδοχή σχήματος «Τ» για τον καταπέλτη, νέο σύστημα οδηγού ριναίου τροχού για το περιορισμένο κατάστρωμα των αεροπλανοφόρων, δομικές ενισχύσεις στην άτρακτο για τα αυξημένα φορτία, που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια των αποπροσγειώσεων, επανατοποθέτηση των αερόφρενων, ηλεκτρονικά συστήματα και περιβάλλον πιλοτηρίου, που να προσομοιάζει μ’ αυτό των μαχητικών αεροσκαφών του Ναυτικού, ενώ το αεροσκάφος επανασχεδιάστηκε αναφορικά με τα πτητικά χαρακτηριστικά του, ενώ δόθηκε προσοχή στις αυξημένες απαιτήσεις απόκρισης του κινητήρα και τα περιθώ- ρια απώλειας στήριξης. Δέκα χρόνια, όμως, μετά την έναρξη του προγράμματος VTX, και ύστερα από μια εκτεταμένη περίοδο πτητικών δοκιμών, το Αμερικανικό Ναυτικό διαπίστωσε συγκεκριμένα προβλήματα στο αεροσκάφος ανάπτυξης.
Αυτά αφορούσαν υψηλότερη από την επιθυμητή ταχύτητα προσέγγισης (κυρίως λόγω του αυξημένου βάρους, εξαιτίας των δομικών ενισχύσεων), αργή απόκριση του κινητήρα σε συγκεκριμένες φάσεις της πτήσης, καθώς και αστάθεια στο διαμήκη και εγκάρσιο άξονα του αεροσκάφους. Όσον αφορά στα επίπεδα απώλειας στήριξης, αυτά κρίθηκαν ως μη αποδεκτά από το Αμερικανικό Ναυτικό, καθώς η πτέρυγα είχε την τάση να χάνει την άντωσή της, προκαλώντας ανεξέλεγκτα επίπεδα roll, που έφταναν και μέχρι τις 90 μοίρες. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε με επανασχεδίαση της πτέρυγας και με την προσθήκη πτερυγίων καμπυλότητας στο χείλος προσβολής, μέσω των οποίων έγινε κατορθωτό να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα απώλεια στήριξης της πτέρυγας, ενώ, ταυτόχρονα, μειώθηκε και η ταχύτητα προσέγγισης σε συνδυασμό με το βαθμό καθόδου κοντά στα επίπεδα, που είναι αποδεκτά για προσγειώσεις σε αεροπλανοφόρα.
Πτητικές δοκιμές με το Hawk της British Aerospace είχαν αποδείξει πως, προσπάθειες για να εισέλθει το αεροσκάφος σε καταστάσεις περιδίνησης είχαν ως αποτέλεσμα η ταχύτητα του αεροσκάφους να αυξάνεται και αυτό εισερχόταν σε μια σταθερή σπειροειδή κίνηση. Σε αντίστοιχες, όμως, δοκιμές με το Τ-45 διαπιστώθηκε γρήγορα πως ο χειριστής δεν μπορούσε να διατηρήσει μια σταθερή σπειροειδή κίνηση. Ως αποτέλεσμα της συγκεκριμένη ιδιομορφίας του Τ-45, το Goshawk δεν χρησιμοποιεί το συγκεκριμένο ελιγμό για την εκπαίδευση των πληρωμάτων σε συνθήκες εξόδου από περιδίνηση.
Η Boeing είναι ο κύριος ανάδοχος του προγράμματος, έχοντας αναλάβει το έργο της κατασκευής του εμπρόσθιου μέρους της ατράκτου, του πιλοτηρίου, την ολοκλήρωση όλων των συστημάτων, την τελική συναρμολόγηση του αεροσκάφους, τις πτητικές δοκιμές και το ολοκληρωμένο πακέτο υποστήριξης και τεχνικής υποστήριξης συν την απαραίτητη βιβλιο- γραφία. Η BAE Systems είναι υπεύθυνη για την κατασκευή των μερών του αεροσκάφους, που βρίσκονται πίσω από το πιλοτήριο, στα οποία περιλαμβάνονται οι πτέρυγες, τα τμήματα της κεντρικής ατράκτου και του ουραίου συ- γκροτήματος, τις ουραίες διατάξεις, τις αεροεισαγωγές, τα αερόφρενα, το αλεξίνεμο, την καλύπτρα, και τα χειριστήρια. Επιπρόσθετα, η Rolls Royce είναι υπεύθυνη για το σύστημα προώθησης και η Raytheon για τους προσομοιωτές πτήσης.
Διαβάστε το πλήρες άρθρο εδώ