Την πολύ έντονη αντίδραση των εκπροσώπων του ΓΕΕΘΑ, του ΓΕΣ και του ΓΕΝ προκάλεσε το έγγραφο που έστειλε το ΓΕΑ/Δ2  ζητώντας την ένταξη -ως υψηλή προτεραιότητα- στο νέο, υπό κατάρτιση, ύψους 11,28 δις ευρώ Ενιαίο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα Ανάπτυξης και Εκσυγχρονισμού (ΕΜΠΑΕ) 2006-2010 του συνόλου της απαίτησης της Πολεμικής Αεροπορίας για 77 νέα μαχητικά αεροσκάφη (60 νέα συν 17 αεροσκάφη για αναπλήρωση απωλειών), συνολικού ύψους αναγκαιούντων πιστώσεων 5,5 δις ευρώ. 

Εξ αυτών τα 2,2 δις ευρώ αφορούν στην ήδη αποφασισθείσα, από τον περασμένο Ιούλιο, αγορά των 30 με επιπλέον 10 ως δικαίωμα προαίρεσης (option) F-16 Block 52+. Ο λόγος της έντονης αντίδρασης ήταν ότι για το υπόλοιπο ποσό (3,3 δις ευρώ) το ΓΕΑ πρότεινε τον επιμερισμό του ποσού και στους τέσσερις κλάδους των Ενόπλων Δυνάμεων (ΓΕΕΘΑ, ΓΕΣ, ΓΕΝ, ΓΕΑ), με βάση τα ισχύοντα ποσοστά που λαμβάνει κάθε επιτελείο επί του συνόλου του πενταετούς εξοπλιστικού προγράμματος. Μάλιστα ενώπιον της έντονης αντίδρασης των εκπροσώπων των Κλάδων, ο εκπρόσωπος του ΓΕΑ πρότεινε να αναλάβει η Πολεμική Αεροπορία και τα βάρη που αντιστοιχούν στο ποσοστό του ΓΕΕΘΑ. Είναι φυσικό ότι, εάν τελικά υλοποιηθεί η πρόταση, θα μειωθεί σημαντικά το ποσοστό που αναλογεί στους κλάδους υπόλοιπους τρεις Κλάδους, όπως αυτό είχε συμφωνηθεί στην αρχική φάση κατανομής.

Οι εξελίξεις αυτές συνδέονται με την έντονη παρασκηνιακή μάχη που βρίσκεται σε εξέλιξη γύρω από το ζήτημα της προμήθειας από την Ελλάδα του ευρω-μαχητικού EF-2000 Eurofighter (Typhoon). Στις 14 Φεβρουαρίου είχε προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί η επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή στη Γερμανία, με σκοπό τη συνάντησή του με την ομόλογό του Άγκελα Μέρκελ. Οι προσπάθειες της ευρωπαϊκής κοινοπραξίας που κατασκευάζει το Eurofighter και κυρίως της γερμανικής κυβέρνησης, που έχει την ευθύνη εμπορικής προώθησής του στην Ελλάδα, έχουν εστιαστεί στην ικανοποίηση σειράς πολιτικού χαρακτήρα αιτημάτων της ελληνικής κυβέρνησης σε μια προσπάθεια να επιτύχουν την ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα. Σύμφωνα με κυβερνητικούς και βιομηχανικούς κύκλους, τα σημεία στα οποία εστιάζονται οι προσπάθειες είναι: 

-Πρώτον, στην επέκταση κατά ένα έτος του περιθωρίου προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας στους δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όσον αφορά στο δημόσιο χρέος. Αυτό θα επέτρεπε στην κυβέρνηση Καραμανλή να αποφύγει έκτακτα φορολογικά μέτρα που θα αποδομούσαν το κυβερνητικό επιχείρημα περί «ήπιας προσαρμογής» (και το 2007). 

-Δεύτερον, στην απόσπαση απόφασης της Ε.Ε. που θα επιτρέπει την εγγραφή των χρεών που αφορούν σε εξοπλιστικές δαπάνες κατά το χρόνο της παράδοσης του υλικού, και όχι αμέσως μετά την υπογραφή των συμβάσεων. Η λύση αυτή αναμένεται να προωθηθεί, καθώς αποτελεί τη «μέση γραμμή» μεταξύ της άμεσης εγγραφής και της γαλλικής επιθυμίας για μη υπολογισμό των εξοπλιστικών δαπανών στο εξωτερικό χρέος. Στο εσωτερικό ελληνικό πολιτικό σκηνικό τέτοια απόφαση αναμένεται να συγκεντρώσει τα πυρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία δεν υπολόγιζε αυτές τις δαπάνες στο εξωτερικό χρέος, με την κυβέρνηση να αντιτείνει ότι την εν λόγω τακτική την εφαρμόζει μόνο μετά την επίσημη νομιμοποίησή της. Ταυτόχρονα, στην εξασφάλιση των όρων για τη μακροπρόθεσμη αποπληρωμή του κόστους της προμήθειας, μέσω της εξασφάλισης πιστώσεων.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ