Πραγματοποιήθηκε σήμερα, 12 Μαΐου, εκδήλωση για την προώθηση της υποψηφιότητας του EF-2000 στην ελληνική αγορά, παρουσία τόσο του πρέσβη της Γερμανίας στην χώρα μας, Δρ. Βόλφγκανγκ Σούλθεϊς, όσο και του Πέτερ Μάουτε, νέου campaign director, της EADS για την Ελλάδα. Η παρουσίαση ήταν αποκαλυπτική αναφορικά με την νέα επιθετική στρατηγική που ακολουθεί η κατασκευάστρια εταιρεία, αλλά και η γερμανική κυβέρνηση, αναφορικά με την υπερίσχυση του Eurofighter στον ελληνικό διαγωνισμό αλλά και για τις προοπτικές της χώρας μας σε περίπτωση που επιλέξει το συγκεκριμένο μαχητικό.

Πραγματοποιήθηκε σήμερα, 12 Μαΐου, εκδήλωση για την προώθηση της υποψηφιότητας του EF-2000 στην ελληνική αγορά, παρουσία τόσο του πρέσβη της Γερμανίας στην χώρα μας, Δρ. Βόλφγκανγκ Σούλθεϊς, όσο και του Πέτερ Μάουτε, νέου campaign director, της EADS για την Ελλάδα. Η παρουσίαση ήταν αποκαλυπτική αναφορικά με την νέα επιθετική στρατηγική που ακολουθεί η κατασκευάστρια εταιρεία, αλλά και η γερμανική κυβέρνηση, αναφορικά με την υπερίσχυση του Eurofighter στον ελληνικό διαγωνισμό αλλά και για τις προοπτικές της χώρας μας σε περίπτωση που επιλέξει το συγκεκριμένο μαχητικό.

Στην ομιλία του ο Γερμανός πρέσβης Δρ. Β. Σούλθεϊς σημείωσε πως το Βερολίνο δεν ασκεί πιέσεις, ούτε και μπορεί να το κάνει αυτό, στην ελληνική κυβέρνηση αναφορικά με την επιλογή του αεροσκάφους. Σημείωσε όμως πως θεωρεί το EF-2000 ως ένα κοινό ευρωπαϊκό πρόγραμμα το οποίο σε περίπτωση που Ελλάδα επιλέξει να συμμετάσχει θα της επιτρέψει να έρθει ακόμα πιο κοντά στον πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) τόσο στον αμυντικό, όσο και στον πολιτικό και βιομηχανικό τομέα. Φυσικά ανέφερε πως η απόφαση για το πότε η Ελλάδα θα εισέλθει στο εν λόγω πρόγραμμα είναι αποκλειστικό προνόμιο της ελληνικής κυβέρνησης. Υπογράμμισε όμως πως το βιομηχανικό έργο το οποίο πρόκειται να αναληφθεί από την χώρα μας, σε περίπτωση που αυτή αποφασίσει να εμπλακεί στο πρόγραμμα, θα είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την αναζωογόνηση της βιομηχανικής βάσης της χώρας, ειδικά τώρα όπου η χρηματοπιστωτική κρίση επηρεάζει την ελληνική κοινωνία πάρα πολύ. Ο Γερμανός πρέσβης δεν παρέλειψε τέλος να αναφερθεί και στην διακρατική αμυντική συνεργασία γενικά, και να υπογραμμίσει πως παρά τα κατά καιρούς προβλήματα σε κάποια προγράμματα το γενικό πλαίσιο είναι θετικό και η όλη συνεργασία λαμβάνει χώρα μέσα στα πλαίσια αμοιβαίας εμπιστοσύνης και συνεργατικότητας. Τέλος σημείωσε πως μέσα σε αυτό τα πλαίσια η είσοδος της Ελλάδας στο πρόγραμμα του Eurofighter πρόκειται να γίνει με διαφάνεια και μέσω μίας διακρατικής συμφωνίας.

Στην συνέχεια τον λόγο τον πήρε ο Π. Μάουτε όπου και επικεντρώθηκε σε λιγότερο πολιτικά και περισσότερο επιχειρησιακά ζητήματα που άπτονται της υποψηφιότητας του EF-2000 για τον ελληνικό διαγωνισμό. Ο Π. Μάουτε υπογράμμισε πως το αεροσκάφος αποτελεί την πλέον αξιόπιστη λύση αναφορικά με τον ρόλο απόκτησης αεροπορικής κυριαρχίας και επιχειρησιακής αεροπορικής υπεροχής. Επιπροσθέτως η δυνατότητα να «εναλλάσσει ρόλους» (swing role), δηλαδή η μετάπτωση από διαμόρφωση και ικανότητα αποστολής αέρος-αέρος σε αποστολή αέρος-εδάφους και εναλλάξ αποτελεί και έναν κύριο παράγοντα διαφοροποίησης και υπεροχής από τον ανταγωνισμό. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Π. Μάουτε, το μαχητικό προσφέρεται με εξειδικευμένη (customized) εν υπηρεσία υποστήριξη η οποία ξεκινάει από πλήρως ενταγμένη στην Πολεμική Αεροπορία οργανική δυνατότητα (full organic) υποστήριξη μέχρι την πλήρως υποστηριζόμενη από την βιομηχανία (full industry) δυνατότητα.

Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της κατασκευάστριας εταιρείας οι μελλοντικές προοπτικές του προγράμματος είναι ευοίωνες. Μέχρι στιγμής στις τέσσερις κατασκευάστριες χώρες και στην Αυστρία έχουν παραδοθεί 170 μαχητικά, τα οποία έχουν συμπληρώσει 60.000 ώρες επιχειρησιακής χρήσης. Αναφορικά με το Tranche 3, παρά τις διάφορες εξαγγελίες χωρών-μελών την κοινοπραξίας αλλά και δημοσιευμάτων του Τύπου, οι διαπραγματεύσεις συνεχίζονται για την υπογραφή του σχετικού συμβολαίου. Μια πιθανή λύση η οποία θα διευκολύνει τις χώρες, μέσα στην υπάρχουσα οικονομική κρίση, θα ήταν η υπογραφή του Tranche 3 σε δύο φάσεις. Σε μία πρώτη φάση θα μπορούσαν να παραγγελθούν 112 αεροσκάφη και στην δεύτερη φάση άλλα 124. Σύμφωνα με τον Π. Μάουτε, ο αριθμός των αεροσκαφών ανά χώρα είναι ανάλογος με την αρχική ποσότητα που έχει παραγγελθεί. Σημείωσε όμως πως στην περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου, στα παραγγελθέντα αεροσκάφη από αυτό θα προσμετρηθούν και τα 72 που έχει παραγγείλει η Σαουδική Αραβία.

Στρεφόμενος τώρα στα βιομηχανικά οφέλη της χώρα μας υπογράμμισε την σημασία τους αφού υπενθύμισε πως στην Ευρώπη για την ώρα υπάρχουν 400 κύριοι υποκατασκευαστές και 100.000 θέσεις εργασίας είναι συνδεδεμένες με το πρόγραμμα.  Σημείωσε δε πως λόγω του μεγάλου ρυθμού παραγωγής του αεροσκάφους (παράγονται 60 μαχητικά τον χρόνο) η κοινοπραξία και οι τέσσερις κυβερνήσεις είναι έτοιμες να υποστηρίξουν άμεσα οποιαδήποτε απαίτηση της ελληνικής κυβέρνησης για «άμεση λύση» χωρίς η Ελλάδα να χρειαστεί να αναγκαστεί να καταφύγει σε «μη αναγκαίες και υψηλού κόστους ενδιάμεσες λύσεις».

Είναι σαφές πως οι ομιλητές της σημερινής παρουσίασης επικεντρώθηκαν στα εξής σημεία:

Αναφορικά με τους στρατηγικούς στόχους της Ελλάδας μέσω της απόκτησης του Eurofighter υπογραμμίστηκε πως με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η εθνική κυριαρχία μέσω της αεροπορικής υπεροχής και της διασφάλισης της ισορροπίας δυνάμεων στην περιοχή. Η επιλογή του μαχητικού της EADS θα ενδυναμώσει την θέση της χώρας μας στην ΚΕΠΑ (Κοινή Ευρωπαϊκή Πολιτική Άμυνας). Η συνεργασία της Αθήνας με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα ενισχυθεί ακόμα πιο πολύ ενώ η παραγγελία του μαχητικού από την Ελλάδα θα αποτελέσει μία σημαντική απόδειξη πως η χώρα μας στρέφεται και υποστηρίζει σθεναρά την ευρωπαϊκή της προοπτική ενώ θα αποτελέσει και μέλος του σκληρού πυρήνα του ευρωπαϊκού αμυντικού-βιομηχανικού-στρατιωτικού-πολιτικού σχηματισμού.

Αναφορικά με τα βιομηχανικά οφέλη η όλη παρουσίαση επικεντρώθηκε στα σημαντικά πλεονεκτήματα που θα αποκτήσει η χώρα μας εάν συμπεριληφθεί στις κοινές βιομηχανικές δομές των υπολοίπων ευρωπαϊκών κρατών. Έτσι η συμμετοχή στην «οικογένεια» του Eurofighter θα αποτελεί και το εισιτήριο για την ισότιμη συμμετοχή στην κοινοπραξία του μαχητικού η οποία θα εξασφαλίσει στην Ελλάδα το μεγαλύτερο δυνατό επίπεδο βιομηχανικής συμμετοχής με δικαίωμα συναποφάσεως σε μελλοντικές κινήσεις της κοινοπραξίας. Η πρόσβαση δε στην υψηλή τεχνολογία μέσω της βιομηχανικής συνεργασίας αποτελεί, κατά του ομιλητές, και ένα μοναδικό πλεονέκτημα από μόνο του. Η έως τώρα συνεργασία της κοινοπραξίας με την ΕΑΒ αποτελεί ένα μόνο δείγμα των πλεονεκτημάτων της συνεργασίας αυτής. Τέλος, υπογραμμίστηκε το γεγονός πως το μαχητικό επειδή βρίσκεται στα πρώτα στάδια της επιχειρησιακής του καριέρας, η έγκαιρη συμμετοχή της χώρας μας θα της επιτρέψει να λάβει μέρος και να επωφεληθεί από όλα τα μελλοντικά στάδια αναπτύξεως του όλου προγράμματος.

Η όλη παρουσίαση έκλεισε με την τοποθέτηση των ομιλητών πως η υψηλού επιπέδου σχεδίαση του μαχητικού του επιτρέπει να υπερτερεί σε σχέση με τον δυνητικό αντίπαλο, προσφέρει στην Ελλάδα συνθήκες για την επίτευξη αεροπορικής υπεροχής ενώ τα βιομηχανικά και στρατηγικά οφέλη διαμορφώνουν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο η σχέση κόστους-απόδοσης για την Ελλάδα το κάνει να αποτελεί την ιδανική επιλογή αναφορικά με την αποδοτικότητα της επένδυσης.

Τμήμα ειδήσεων www.defencenet.gr                   

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ