Μπούμερανγκ ο νόμος για την 11η Σεπτεμβρίου: Το Ιράκ σκοπεύει να μηνύσει τις ΗΠΑ για την στρατιωτική εισβολή (βιντεο)
Η νέα νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών ανοίγει νέες προοπτικές για δικαστικές διεκδικήσεις των οικογενειών των θυμάτων από τη Σαουδική Αραβία, ωστόσο, όμως, ο νόμος αυτός δεν αποκλείεται, τελικά, να στραφεί και εναντίον των ΗΠΑ.
Ακτιβιστές του ιρακινού «λόμπι» Αραβικό Σχέδιο προτρέπουν τα μέλη του κοινοβουλίου του Ιράκ να ζητήσουν από την Ουάσιγκτον αποζημίωση για την εισβολή των στρατευμάτων των Ηνωμένων Πολιτειών το 2003, σύμφωνα με το δίκτυο Al Arabiya. Η πρόταση βασίζεται στο νέο νόμο που υιοθετήθηκε στις ΗΠΑ και ονομάζεται Νόμος για τη Δικαιοσύνη ενάντια στους χορηγούς της τρομοκρατίας, (Jasta).
Ο νέος νόμος επιτρέπει στις οικογένειες των θυμάτων των επιθέσεων της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001 να μηνύσουν και να διεκδικήσουν αποζημίωση από τα κράτη τα οποία συνδέονται με τους τρομοκράτες που πραγματοποίησαν τις επιθέσεις εναντίον του Παγκόσμιου Εμπορικού Κέντρου και του Πενταγώνου. Η νομοθεσία αυτή πλήττει κυρίως τα συμφέροντα της Σαουδικής Αραβίας καθώς 15 από τους 19 τρομοκράτες της 11ης Σεπτεμβρίου και αρκετοί από τους συνεργούς τους ήταν πολίτες του βασιλείου.
Οι ακτιβιστές υποστηρίζουν ότι ο ιρακινός λαός αξίζει να έχει το δικαίωμα να αξιώσει αποζημίωση από «άτομα» και «ξένα έθνη» με βάση το νομοσχέδιο κατά της τρομοκρατίας των ΗΠΑ. Η ομάδα απαιτεί από τις ιρακινές αρχές να ξεκινήσουν μια έρευνα για το θάνατο αμάχων, βασανιστήρια και κακομεταχείριση από τον στρατό των ΗΠΑ, καθώς και τις απώλειες περιουσιών κατά την διάρκεια των γεγονότων του 2003, όταν ανατράπηκε ο Σαντάμ Χουσεϊν.
Η πρώτη αγωγή σύμφωνα με το νόμο για την 11η Σεπτεμβρίου.
Η πολίτης των ΗΠΑ, Stephanie Ross DeSimone, της οποίας ο σύζυγος πέθανε στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, κατέθεσε την πρώτη την πρώτη αγωγή εναντίον της Σαουδικής Αραβίας στις 30 Σεπτεμβρίου. Ο σύζυγός της DeSimone ήταν διοικητής στο Ναυτικού των ΗΠΑ και πέθανε στην επίθεση στο Πεντάγωνο. Η ενάγουσα κατηγορεί τη Σαουδική Αραβία για συμμετοχή στο θάνατο της συζύγου, αφού παρείχε στήριξη στην Αλ Κάϊντα και στον ηγέτης της Οσάμα Μπιν Λάντεν και απαιτεί αποζημίωση.
Η μήνυση κατατέθηκε σε δικαστήριο στην Ουάσινγκτον δύο ημέρες αφού το Κογκρέσο των ΗΠΑ ανέτρεψε το βέτο του προέδρου Μπάρακ Ομπάμα, που εμπόδιζε τις αγωγές κατά του Ριάντ για φερόμενες διασυνδέσεις με τρομοκράτες που διέπραξαν τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου.
Δρόμος προς την έγκριση
Το νομοσχέδιο εισήχθη στη Γερουσία των ΗΠΑ το Σεπτέμβριο του 2015 και υπεβλήθηε από τους γερουσιαστές Τζον Κόρνιν και Τσακ Σούμερ. Στις 17 Μαΐου 2016 το νομοσχέδιο εγκρίθηκε από τη Γερουσία και στις 9 Σεπτεμβρίου έλαβε την έγκριση της Βουλής των Αντιπροσώπων. Ωστόσο στις 23 Σεπτεμβρίου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ άσκησε βέτο κατά του νόμου. το έγγραφο εγκρίθηκε από τη Γερουσία και στις 9 Σεπτεμβρίου είχε την έγκριση της Βουλής των Αντιπροσώπων. Ωστόσο, στις 23 Σεπτεμβρίου , ο Πρόεδρος των ΗΠΑ άσκησε βέτο της νομοθεσίας. Ωστόσο, λίγο μετά το Κογκρέσο ανέτρεψε το βέτο του Ομπάμα.
Σε επιστολή του προς τους νομοθέτες ο πρόεδρος των ΗΠΑ προειδοποίησε ότι η υπέρβαση του βέτο θα μπορούσε «να έχει καταστροφικές συνέπειες» για τα στρατεύματα του Πενταγώνου και των ΗΠΑ που σταθμεύουν στο εξωτερικό. Επιπλέον, ο Ομπάμα είπε ότι το νομοσχέδιο θα διαβρώσει το δόγμα της κυρίαρχης ασυλίας και θα εκθέσει τις ΗΠΑ στις απαιτήσεις από όλο τον κόσμο. Ο πρόεδρος χαρακτήρισε την απόφαση του Κογκρέσου ως «επικίνδυνο προηγούμενο».