Στις 20 Οκτωβρίου του 2011 δολοφονήθηκε ο ηγέτης της Λιβύης Μουαμάρ Καντάφι, ο οποίος παρέμεινε επί 42 χρόνια στο πηδάλιο της χώρας της Βορείου Αφρικής. Πέντε χρόνια μετά την δολοφονία η Λιβύη παραμένει βυθισμένη στο χάος και είναι εύφορη γη για την τρομοκρατία.

Πέντε χρόνια μετά τη δολοφονία του ηγέτη της Λιβύης, Μουαμάρ Καντάφι, η χώρα βυθίζεται στο χάος και τον εμφύλιο πόλεμο, με την οικονομία να κατρακυλά περισσότερο κάθε μέρα.

Ο πόλεμος έχει μετατραπεί σε ενδημικό φαινόμενο γι αυτή χώρα του βορρά της Αφρικής, η οποία έχει μετατραπεί σε προπύργιο τζιχαντιστικών ομάδων στη μαύρη ήπειρο.

Στις αρχές της εβδομάδας, πολεμικά αεροσκάφη των ΗΠΑ πραγματοποίησαν 30 αεροπορικές επιδρομές εναντίον θέσεων του Daesh (Ισλαμικό Κράτος) στη λιβυκή πόλη της Σύρτης, η οποία εδώ και περίπου ενάμιση χρόνο αποτελεί το προπύργιο της πολιτοφυλακής των τζιχαντιστών στη Λιβύη.

Το γεγονός ότι πέντε χρόνια μετά την δολοφονία του ηγέτη της χώρας οι Ηνωμένες Πολιτείες μάχονται εναντίον της πολιτοφυλακής των τρομοκρατών αποδεικνύει ότι η επέμβαση του ΝΑΤΟ στη χώρα δεν είχε το αποτέλεσμα που είχαν φανταστεί το Παρίσι, η Ουάσιγκτον και το Λονδίνο.

Η πολιτική σκηνή

Αυτή τη στιγμή στη Λιβύη υπάρχουν τρεις κυβερνήσεις: δύο στην πρωτεύουσα, οι οποίες συγκρούονται για την ηγεσία στο δυτικό τμήμα της χώρας και την Τρίτη στο Τομπρούκ, που κυριαρχεί στον ανατολικό τομέα της χώρας και ελέγχει τους κύριους πόρους του πετρελαίου.

Από τις δύο κυβερνήσεις που εδρεύουν στην Τρίπολη, η πρώτη σχηματίστηκε μετά από μια αποτυχημένη ειρηνευτική συμφωνία υπό την αιγίδα του ΟΗΕ που υπεγράφη από τον περασμένο Δεκέμβρη από τα μέλη της προηγούμενης κυβέρνησης που έδρευε στην πρωτεύουσα και ένα μικρό μέρος των μελών του εκτοπισμένου στο Τομπρούκ κοινοβουλίου. Παρά το γεγονός ότι έχει την πλήρη υποστήριξη των Ηνωμένων Εθνών, των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν έχει την λαϊκή υποστήριξη και  νομιμοποίηση.

Από τον σχηματισμό της, τον Απρίλιο, το μόνο της επίτευγμα είναι ότι κατάφερε να σχηματίσει μια συμμαχία των παραστρατιωτικών με επικεφαλής τους ισχυρότερους, που έχουν έδρα την πόλη Μισράτα, με σκοπό να προσπαθήσει να εκδιώξει το παράρτημα του Ισλαμικού Κράτους  (Daesh, στα αραβικά) από την πόλη της Σύρτης, την οποία και κατέχει από τον Φεβρουάριο του 2015.

Η δεύτερη είναι γνωστή ως Γενικό Εθνικό Κογκρέσο (CNG), μια οντότητα ισλαμιστικής ιδεολογίας που κυβέρνησε κατά τη διάρκεια των πρώτων ετών μετά την επέμβαση στη χώρα, αλλά δεν αναγνωρίζει το αποτέλεσμα των εκλογών που πραγματοποιήθηκαν το 2014.

Στα ανατολικά, ο ισχυρός άνδρας είναι ο στρατάρχης Χαλίλφα Χάφτερ, πρώην μέλος της κυβέρνησης Καντάφι, ο οποίος στην δεκαετία του 80 στρατολογήθηκε από την CIA και μετατράπηκε στον κύριο εκφραστή της αντιπολίτευσης στην εξορία, ο οποίος αντιτίθεται και στις δύο κυβερνήσεις της Τρίπολης.

Ο Χάφτερ, με τον οποίον τώρα προσπαθεί να επικοινωνήσει ο ΟΗΕ για να τον προσθέσει στα ειρηνευτικά σχέδια αφού τον είχε «ξεχάσει» για αρκετούς μήνες, κατέλαβε την Βεγγάζη και έχει προειδοποιήσει ότι δεν πρόκειται να σταματήσει μέχρι να φτάσει στην πρωτεύουσα.  

Η ιστορία

Ο Μουαμάρ Καντάφι ηγήθηκε της Λιβύης από το 1969, όταν ανέτρεψε τη μοναρχία του βασιλιά Ίντρις, ο οποίος κατέφυγε στην Τουρκία και το Συμβούλιο της Επανάστασης κήρυξε την μουσουλμανική χώρα, Νασερική και σοσιαλιστική χώρα.

Η Πράσινη Επανάσταση, όπως ήταν γνωστό το κίνημα, έκανε αγροτική μεταρρύθμιση, το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, δωρεάν ιατρική περίθαλψη, καθώς και συμμετοχή των εργαζομένων στα κέρδη των κρατικών επιχειρήσεων.

Υπό τον Καντάφι η Λιβύη έγινε η αφρικανική χώρα με το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του δρ. Μούσταφα Ζαϊντι, Γενικού Γραμματέα του «Εθνικού Λαϊκού Κινήματος της Λιβύης»: Πιστεύω ότι η κατάσταση στη Λιβύη πριν το 2001 ήταν σαν τον ουρανό, όλοι είχαν πρόσβαση στην εκπαίδευση, είχαμε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, δωρεάν στέγη και οι πολίτες είχαν την ευκαιρία να κερδίζουν όχι λιγότερο από 500 δολάρια το μήνα και όλοι οι φτωχοί άνθρωποι ήταν ωφελημένοι στη Λιβύη. Περισσότεροι από ένα εκατομμύριο άνθρωποι επωφελήθηκαν απ’ αυτό το δάνειο από την κυβέρνηση. Η κυβέρνηση διέθετε ένα μερίδιο των εσόδων από το πετρέλαιο για τους φτωχούς. Σήμερα, οι άνθρωποι δεν λαμβάνουν καν τους μισθούς τους. Έτσι, τώρα οι άνθρωποι συγκρίνουν το πώς ήταν τα πράγματα πριν και πώς είναι τώρα τα πράγματα και πιστεύω ότι οι πολιτικές που ακολουθούσαμε εδώ και πάνω από 40 χρόνια ήταν πολύ επιτυχημένες και, στη συνέχεια, ο καθένας επιθυμεί να επιστρέψει στην προηγούμενη κατάσταση.

 

Μια φωτογραφία που δημοσίευσε ο χρήστης Ye’ Kuana (@_yekuana_) στις

Οκτ 19, 2016, 7:44μμ PDT

Χώρα των μεταναστών και των προσφύγων

Η Λιβύη είναι μία από τις κύριες χώρες διέλευσης για τους πρόσφυγες με προορισμό την Ευρώπη.

Οι μαφίες των διακινητών έχουν μετατρέψει αυτή τη χώρα της βόρειας Αφρικής σε ένα από τους διαδρόμους για την μεταφορά παράνομων μεταναστών στη Μεσόγειο.

Σύμφωνα με αρκετούς διεθνείς οργανισμούς, το 2015 περισσότεροι από 15.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στα ανοικτά των ακτών της Λιβύης, ενώ προσπαθούσαν να φτάσουν στην Ευρώπη.  

Μετά τη δολοφονία του Μουαμάρ Καντάφι από το ΝΑΤΟ, ο αριθμός των εκπατρισθέντων έχει ξεπεράσει το μισό εκατομμύριο, καθώς οι πολίτες της Λιβύης προσπαθούν να ξεφύγουν από την ανασφάλεια που επικρατεί στη χώρα τους.

Μια οικονομία που καταρρέει

«Η λιβυκή οικονομία καταρρέει», προειδοποίησε πρόσφατα η Παγκόσμια Τράπεζα. Οι στρατιωτικές και πολιτικές συγκρούσεις που μαστίζουν τη Λιβύη εμποδίζουν την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων πετρελαίου και οδηγούν την οικονομία στο χείλος γκρεμού.

Τα κοιτάσματα πετρελαίου παράγουν μόνον το ένα πέμπτο της παραγωγικής τους ικανότητας, ή κατά μέσο όρο μόλις 335.000 βαρέλια την ημέρα κατά το πρώτο εξάμηνο.

Οι συνολικές απώλειες εσόδων από το πετρέλαιο υπολογίζονται σε πάνω από 100 δισεκατομμύρια από τις αρχές του 2013, σύμφωνα με τον διευθυντή της Εθνικής Εταιρείας Πετρελαίου, (NOC), Μούσταφα Σανάλα.  

Τα έσοδα από τη βιομηχανία υποχώρησαν στο χαμηλότερο επίπεδό τους, κατά τους πρώτους επτά μήνες του έτους.

Η οικονομική κρίση επηρεάζει τις τσέπες των Λίβυων. Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, υπήρξε «σημαντική μείωση της αγοραστικής δύναμης» με μια αύξηση κατά 31% στις τιμές των τροφίμων κατά το πρώτο εξάμηνο του έτους.

«Το μεγαλύτερο λάθος μου, πιθανότατα, ήταν ότι δεν προγραμμάτισα την επόμενη μέρα μετά την επέμβαση στη Λιβύη, κάτι το οποίοι νομίζω ότι έπρεπε να κάνω», αναγνώρισε ο Μπάρακ Ομπάμα, ο οποίος διέταξε την επέμβαση σ’ αυτή τη χώρα που οδήγησε στην ανατροπή και τη δολοφονία του ηγέτη της, Μουαμάρ Καντάφι.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ