Β.Γερασίμοφ: «Οι Ουκρανοί έχουν χάσει 1 εκατ. άνδρες και 20.000 άρματα από τον Φεβρουάριο του 2022»
Παράλληλα αναφέρθηκε και στην απομάκρυνση χωρών από αμυντικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ
Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού της Ρωσίας, Βάλερι Γερασίμοφ, προχώρησε σε αποκαλυπτικές δηλώσεις στο πλαίσιο της σημερινής (18/12) αναφοράς σε κυβερνητικούς και στρατιωτικούς αξιωματούχους, τονίζοντας πως οι Ουκρανοί έχουν χάσει 1 εκατομμύριο στρατιώτες και περισσότερα από 20.000 άρματα μάχης και τανκς, από την αρχή της στρατιωτικής επιχείρησης.
Παράλληλα, τόνισε ότι οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις έχουν πετύχει τους στόχους που είχαν θέσεις για το 2024, ενώ μάλιστα υπογράμμισε ότι ολοένα και περισσότερες χώρες, εξετάζουν την αποχώρησή τους από αμυντικές και εξοπλιστικές συμφωνίες με τις ΗΠΑ.
«Από την έναρξη της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης, οι ουκρανικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν χάσει περίπου 1 εκατομμύριο νεκρούς και τραυματίες, περίπου 20 χιλιάδες τανκς και τεθωρακισμένα οχήματα» δήλωσε αρχικά, ενώ στη συνέχεια πρόσθεσε:
«Όλα τα καθήκοντα που τέθηκαν για τις ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις από την ηγεσία της χώρας το 2024 έχουν ολοκληρωθεί. Πάνω από 190 οικισμοί καταλήφθηκαν φέτος και σχεδόν 4,5 χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα εδάφους τέθηκαν υπό ρωσικό έλεγχο.
[…] Αυτό που βλέπουμε είναι πως πολλές χώρες έχουν αρχίσει να σκέφτονται πώς να ανταποκριθούν επαρκώς στην αποχώρηση των ΗΠΑ από τις συμφωνίες ελέγχου εξοπλισμών.
Από το 2002, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν διαλύσει όλες τις συμφωνίες σε αυτόν τον τομέα που είχαν υπογραφεί κατά την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, προκειμένου να δημιουργήσουν νέα καταστροφικά όπλα – πρώτα και κύρια, πυραύλους μεσαίου και μικρότερου βεληνεκούς.
Η κατανόηση του κινδύνου αυτών των βημάτων στον κόσμο αυξάνεται. Πολλές χώρες έχουν αρχίσει να σκέφτονται κατάλληλα μέτρα αντίδρασης.
Συνολικά, το θέμα του ελέγχου των όπλων ανήκει πλέον στο παρελθόν, επειδή η επιστροφή έστω και σε ένα ελάχιστο επίπεδο εμπιστοσύνης είναι αδύνατο λόγω της πολιτικής διπλών σταθμών της Δύσης. Ένας λειτουργικός μηχανισμός αμοιβαίας εποπτείας θα ήταν αδύνατος χωρίς εμπιστοσύνη».