Υπόθεση S-300 – Η ακτινογραφία του συστήματος
ΣΕ ΛΙΓΗ ΩΡΑ Η ΕΚΤΟΞΕΥΣΗ
Σε λίγη ώρα πρόκειται να εκτελεστεί η ιστορική βολή αποδοχής, δηλαδή η βολή με την οποία θα ενταχθούν και τυπικά στο ελληνικό σύστημα αεράμυνας τα αντιαεροπορικά συστήματα S-300PMU-1.
Aξίζει να δούμε το ιστορικό ένταξής τους και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους που το διαφοροποιούν από τα άλλα «συμβατικά» αντιαεροπορικά συστήματα.
Τον Ιανουάριο του 1996 και στο πλαίσιο του Δόγματος Ενιαίου Αμυντικού Χώρου Ελλάδας-Κύπρου, οι αρχές της τελευταίας ανακοίνωσαν την πρόθεσή τους να ενισχύσουν τις αντιαεροπορικές ικανότητες της Εθνικής Φρουράς με την απόκτηση του ρωσικής κατασκευής αντιαεροπορικού πυραυλικού συστήματος μέσης ακτίνας BUK-M1.
Αιφνιδιαστικά, οι αρχές της Κύπρου ανακοίνωσαν την εγκατάλειψη των σχεδίων εγκατάστασης σε κυπριακό έδαφος του προαναφερθέντος συστήματος, του οποίου η απόκτηση θα κόστιζε περί τα 120 εκατ. δολάρια, και την προμήθεια του πολύ υπέρτερου τεχνολογικά και ακριβότερου S-300PMU1 μακράς ακτίνας και μεγάλου ύψους αναχαίτισης, η απόκτηση του οποίου πλησίασε εν τέλει τα 600 εκατ. δολάρια.
Ως λόγος προτίμησης του δεύτερου έναντι του πρώτου προβλήθηκαν οι επιπρόσθετες αντιβαλλιστικές δυνατότητες των S-300ΡΜU1, που δεν διέθεταν οι BUK-M1, με σκοπό τη στοιχειώδη προστασία του ελεύθερου τμήματος της Μεγαλονήσου εναντίον των καθαρά επιθετικών βλημάτων ATACMS της Τουρκίας και τους οποίους είχε προμηθευτεί η Άγκυρα από τις ΗΠΑ.
Έκτοτε, η επιλογή απόκτησης των S-300PMU1 ξέφυγε από το καθαρά στρατιωτικό υπόβαθρό της και κατέληξε να αποτελεί ένα κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα, με άμεσα εμπλεκόμενες την Κύπρο, την Τουρκία, την Ελλάδα, τις ΗΠΑ και τη Ρωσία.
H Kύπρος για διάφορους λόγους δεν μπορούσε να υπαναχωρήσει στην απόφασή της. Η λύση που τελικά επελέγη ήταν η αγορά μεν από την Κύπρο των συστημάτων, αλλά η μεταφορά τους στην Ελλάδα και η ένταξή τους στο οπλοστάσιο της Π.Α.
Στη θέση τους, η Ελλάδα, ισοσκελίζοντας λογιστικά τη συγκεκριμένη κυπριακή αγορά, αγόρασε και στη συνέχεια προώθησε στη Μεγαλόνησο -όπου εντάχθηκαν άμεσα στη δύναμη της Εθνικής Φρουράς- 12 αυτοκινούμενα πυροβόλα Zuzana, 6 αντιαεροπορικά συστήματα Tor-M1, αλλά και άγνωστο αριθμό BUK-M1.
Έτσι, κάτω από δρακόντεια μέτρα ασφαλείας, τα διάφορα υποσυστήματα των S-300PMU1 έφτασαν στο λιμάνι και στο αεροδρόμιο του Ηρακλείου Κρήτης, με φροντίδα των Ρώσων, και στη συνέχεια εντάχθηκαν στη δύναμη της 138 Σμηναρχίας Μάχης της Π.Α., που εδρεύει στο αεροδρόμιο Τυμπακίου Κρήτης, όπου και παραμένουν μέχρι σήμερα.
Στη συνέχεια, και για την καλύτερη αντιαεροπορική προστασία του συστήματος, η Π.Α. προμηθεύτηκε από τη Ρωσία τέσσερα αντιαεροπορικά πυραυλικά συστήματα μέσου βεληνεκούς Tor-M1, μαζί με την αντίστοιχη αγορά για την κάλυψη των επιχειρησιακών αναγκών του Στρατού Ξηράς.
Η ιδέα της ανάπτυξης του αντιαεροπορικού συστήματος μακρού βεληνεκούς S-300P, χρονολογείται στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Η σκέψη αυτή άρχισε να παίρνει «σάρκα και οστά» περίπου στα μέσα της ίδιας δεκαετίας, όταν αποφασίστηκαν οι επιχειρησιακές απαιτήσεις που θα έπρεπε να καλύπτει το νέο σύστημα.
Γνώμονας για τον καθορισμό των επιχειρησιακών απαιτήσεων ήταν οι τότε εξελίξεις στις τακτικές στρατηγικής επίθεσης και άμυνας.
Επίσημα, η ανάπτυξη S-300P εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο τής τότε ΕΣΣΔ το 1967, με σκοπό την αντικατάσταση του παρωχημένου δικτύου συστημάτων S-25 Berkut στην περίμετρο της Μόσχας.
Η εμφάνιση του MIM-104 Patriot στο προσκήνιο έγινε ουσιαστικά ταυτόχρονα, με την απόφαση του Μαΐου 1967 για την έναρξη προκαταρκτικής ανάπτυξης. Η επίσημη αποδοχή του S-300P για επιχειρησιακή χρήση πραγματοποιήθηκε το 1980, με διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, οπότε άρχισε η αντικατάσταση του συστήματος S-25.
Αξίζει να επισημανθεί πως το S-300P προηγήθηκε του Patriot σε επιχειρησιακή χρήση, παρότι και τα δύο εξελίχθηκαν την ίδια περίοδο. Το νέο κινητό πυραυλικό αντιαεροπορικό σύστημα ήταν σχεδιασμένο για να παρέχει κάλυψη στρατευμάτων και ζωτικών εγκαταστάσεων, από αεροπορικές απειλές προερχόμενες από οποιοδήποτε τύπο αεροδυναμικού στόχου, καθώς και από βαλλιστικούς ή τακτικού πεδίου μάχης πυραύλους.
Η βασική διαφορά του S-300P από τη μεταγενέστερη έκδοση S-300PM επικεντρώνεται στην αντικατάσταση του βλήματος 5V55K που αξιοποιούσε η πρώτη έκδοση με το 5V55R.
Στο νέο βλήμα εφαρμόστηκε η καθοδήγηση ραντάρ τύπου Ιχνηλάτησης Διαμέσου του Βλήματος (TVM) αντί της καθοδήγησης διεύθυνσης στον προηγούμενο τύπο.
Η τεχνική TVM, ή SChR (Soprovozhdenie Cherez Raketu) στα ρωσικά, είναι ανάλογη της εφαρμοζόμενης στο Patriot. Ο ερευνητής του 5V55R λαμβάνει τα σήματα αντανάκλασης ραντάρ του στόχου, τα οποία όμως δεν υφίστανται επεξεργασία στο βλήμα, αλλά μεταβιβάζονται στο επίγειο σύστημα ελέγχου βολής, διαμέσου ζεύξης δεδομένων.
Ο τοπικός ταλαντωτής του ερευνητή είναι λυχνία κλύστρον ανακλαστήρα Κ-199 με συχνότητα λειτουργίας 10GHz, φάσμα ιδιοσυντονισμού 1Hz και ισχύ εξόδου 20-30mW. Η ζεύξη δεδομένων χρησιμοποιεί λυχνία μάγνετρον παλμικού κώδικα ΜΙ-199, συχνότητας 15GHz και παλμικής ισχύος εξόδου 5kW.
Η συγκεκριμένη τεχνική TVM υπερέχει σε επεξεργασία δεδομένων, περιορίζοντας ταυτόχρονα την πολυπλοκότητα και το κόστος του συστήματος καθοδήγησης του βλήματος. Το σύστημα TVM είναι το πλέον πολύπλοκο σε σύγκριση με οποιοδήποτε προηγούμενο βλήμα των PVO Strany, αλλά προτιμήθηκε για να εξασφαλίζει εναλλακτικές επιλογές καθοδήγησης απέναντι σε ECM.
Το 5V55R εισήγαγε επίσης ισχυρότερο πυραυλοκινητήρα στερεών καυσίμων, ο οποίος επέκτεινε την αποτελεσματική ακτίνα του βλήματος από 47km σε 75km.
Η αποδοχή σε επιχειρησιακή χρήση της τροποποιημένης (Modifikatsionniy: Μ) έκδοσης S-300PM (SA-10B) του συστήματος με το βλήμα 5V55R πραγματοποιήθηκε περί το 1982.
Το σύστημα μπορούσε να χρησιμοποιήσει επίσης την ειδική έκδοση 5V55V του βλήματος με πυρηνική πολεμική κεφαλή.
Οι προηγούμενες εξελίξεις συνοδεύονταν από την ταυτόχρονη ανάπτυξη ενός διαφορετικού συστήματος εκτόξευσης για το S-300PM.
Το ημιρυμουλκούμενο Μεταφερόμενο (Transportiruemyi: T) όχημα εκτόξευσης 5P85T σχεδιάστηκε εξαρχής για να επιτρέπει ταχύτερη ανάπτυξη σε θέση βολής, χωρίς να απαιτείται η αποσύνδεση του ρυμουλκού φορτηγού οχήματος.
Τα 4 κάνιστρα του 5Ρ85Τ ανυψώνονται από το οπίσθιο άκρο του ημιρυμουλκούμενου οχήματος, αντί από το μπροστινό άκρο στον αρχικό φορέα εκτόξευσης.
Ο φορέας εκτόξευσης 5Ρ85Τ ρυμουλκείται κατά κανόνα από βαρύ φορτηγό όχημα KRAZ-260 και μπορεί να επιλεγεί για μεταγενέστερες εκδόσεις του συστήματος, περιλαμβάνοντας τα S-300PMU και S-300PMU1.
S- 300PMU
Το 1985, εμφανίστηκε στο προσκήνιο η αναβαθμισμένη έκδοση S-300PMU, η οποία αφορούσε ένα σύστημα ενισχυμένης κινητικότητας για την αντικατάσταση παρωχημένων συστημάτων βλημάτων των PVO Strany, στα Συγκροτήματα Σοβιετικών Δυνάμεων προωθημένης ανάπτυξης στην Ευρώπη.
Το νέο σύστημα S-300PMU (Usovershstvovanniy: U) με την εγκατάσταση των κύριων συστατικών στοιχείων του συστήματος σε τροποποιημένα φορτηγά οχήματα ΜΑΖ-543, η πυροβολαρχία βολής του S-300PMU μπορούσε να τεθεί σε δράση σε 5 λεπτά αντί 30 των αρχικών ρυμουλκούμενων εκδόσεων. Ο αυτοκινούμενος (Samohodnyi: S) φορέας εκτόξευσης 5P85S στηριζόταν σε τροποποιημένο βαρύ φορτηγό όχημα ΜΑΖ-543Μ.
Το ραντάρ εμπλοκής 30Ν6 τροποποιήθηκε επίσης, με αποτέλεσμα ορισμένα από τα συστήματα σε επίπεδο συντάγματος να μεταφέρονται σε φορτηγά οχήματα. Κατά την επιχειρησιακή ανάπτυξη της πυροβολαρχίας βολής, προηγείται η άφιξη στην περιοχή εκτόξευσης ενός τοπογραφικού οχήματος 1Τ12-2Μ για την προετοιμασία της θέσης.
Τα οχήματα υποστήριξης περιλαμβάνουν το όχημα μεταφοράς βλημάτων 5Τ58 και το όχημα φόρτωσης 22Τ6. Το σύστημα S-300PMU μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει τον ημιρυμουλκούμενο φορέα εκτόξευσης 5Ρ85Τ.
Ταυτόχρονα, πραγματοποιήθηκαν ουσιαστικές βελτιώσεις στα ηλεκτρονικά και στα βλήματα του συστήματος. Το ραντάρ εμπλοκής βελτιώθηκε για να αναλαμβάνει τον έλεγχο μεγαλύτερων πυροβολαρχιών βολής, μέχρι και με 12 οχήματα εκτόξευσης.
Επιπροσθέτως, ο αριθμός ταυτόχρονων εμπλοκών διπλασιάστηκε από 3 σε 6 στόχους, με δύο βλήματα ανά στόχο. Έτσι, οι μονάδες S-300PMU διέθεταν διαφορετική οργάνωση με 3 ή 4 πυροβολαρχίες βολής, με σύνθεση ενός οχήματος εκτόξευσης 5P85S και ενός ή δύο απλοποιημένων 5Ρ85D χωρίς κλωβό διοίκησης. Η ταξιαρχία S-300PMU αποτελείται από 6 πυροβολαρχίες βολής με την προηγούμενη σύνθεση.
Το κεντρικό στοιχείο διοίκησης της ταξιαρχίας είναι το όχημα διοίκησης Baikal-1, η ανάπτυξη του οποίου ανατέθηκε στον οργανισμό ΝΡΟ Proton. Το όχημα αυτό συντονίζει τις δραστηριότητες των πυροβολαρχιών S-300PMU της ταξιαρχίας και εξασφαλίζει διασύνδεση με παρακείμενα ραντάρ επιτήρησης και συστήματα βλημάτων των PVO Strany, περιλαμβάνοντας τα S-75, S-125 και S-200.
Το Baikal-1 αναλαμβάνει επίσης τον τακτικό συντονισμό με αυτοματοποιημένα κινητά συστήματα διοίκησης και ελέγχου αεράμυνας, όπως το σύστημα ελέγχου βλημάτων Senezh-M1 και το σύστημα ελέγχου αεροσκαφών αναχαίτισης Rubezh-2M. Το Baikal-1 αντιστοιχεί στο Κέντρο Συντονισμού Πληροφοριών (ICC) του Patriot.
Το S-300PMU εισήγαγε την έκδοση Βελτιωμένης Ακτίνας (Usovershstvovanaya Dalnost: UD) 5V55RUD του βλήματος, ή SA-10C κατά το ΝΑΤΟ. Ο βελτιωμένος πυραυλοκινητήρας παρέχει ακτίνα αναχαίτισης 90km.
Για την ενίσχυση της απόδοσης περιορισμένου ύψους, το S-300PMU εισήγαγε επίσης το ραντάρ 76Ν6, η ανάπτυξη του οποίου πραγματοποιήθηκε υπό την επίβλεψη του γενικού σχεδιαστή Lev Shulman, και η κατασκευή του ανατέθηκε στο ηλεκτρομηχανολογικό εργοστάσιο Lianozovskiy (LEMZ) του NPO Utes της Μόσχας. Η κεραία του ραντάρ περιορισμένου ύψους 76Ν6 είναι εγκατεστημένη σε πύργο 40V6M ή 40V6M2, ύψους 23,8m και 38,8m αντίστοιχα.
Το ραντάρ αυτό επιτυγχάνει αποτελεσματική εμβέλεια 90km για στόχους σε ύψος πτήσης 500m και μπορεί να ιχνηλατήσει μέχρι 180 στόχους. Η ανάπτυξη του ραντάρ στον πύργο 40V6M διαρκεί 60 λεπτά και 120 στον υψηλότερο 40V6M2. Το 76Ν6 προορίζεται για την υποστήριξη του 36D6 σε περιοχές όπου η έγκαιρη προειδοποίηση είναι καθοριστικής σημασίας.
Η αρχική προωθημένη ανάπτυξη του S-300PMU πραγματοποιήθηκε το 1989 με το Συγκρότημα Σοβιετικών Δυνάμεων της Γερμανίας. Επρόκειτο ταυτόχρονα για την αρχική ανάπτυξη οποιασδήποτε έκδοσης του S-300P εκτός της Σοβιετικής Ένωσης. Η κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας οδήγησε στην εγκατάλειψη της περαιτέρω ανάπτυξης του συστήματος. Το 1988, περί τις 150 μονάδες S-300P και S-300PM βρίσκονταν ανεπτυγμένες, σε επιχειρησιακή χρήση.
Όταν η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε, η συντριπτική πλειοψηφία των μονάδων βολής βρισκόταν στο έδαφος της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990, πραγματοποιήθηκαν κάποιες απόπειρες ανάκλησης του εξοπλισμού σε ρωσικό έδαφος. Έτσι, το σύστημα είναι σχετικά σπάνιο στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες εκτός της Ρωσίας.
Η επόμενη έκδοση S-300PMU1, την οποία αξιοποιούν επιχειρησιακά και οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, τέθηκε σε υπηρεσία το 1993.Το σύστημα S-300 PMU1 εντάχθηκε στην Πολεμική Αεροπορία το 2000 και αφορά ένα πολυκάναλο, παντός καιρού σύστημα, που περιλαμβάνει υποσυστήματα αποκάλυψης και προσδιορισμού στόχων, καθώς και συμπλέγματα πυραύλων αεράμυνας.
Η έκδοση αυτή εισήγαγε το σημαντικά βελτιωμένο βλήμα 48Ν6. Τα χαρακτηριστικά του βλήματος επιτρέπουν επίσης την εμπλοκή βαλλιστικών βλημάτων σε μέγιστη ακτίνα 40 χιλιομέτρων. Το S-300PMU1 εισήγαγε επίσης την προηγμένη έκδοση 36Ν85 του ραντάρ εμπλοκής 30Ν6, η οποία αναφέρεται συχνά με τον εξαγωγικό κωδικό 30Ν6Ε1.
Στις εκτεταμένες βελτιώσεις περιλαμβάνεται η εγκατάσταση ενός σύγχρονου υπολογιστή ελέγχου βολής. Το ραντάρ διαθέτει τρεις διαμορφώσεις σάρωσης, για χαμηλά ιπτάμενους στόχους, για στόχους μέσου και μεγάλου ύψους καθώς και για τον εντοπισμό βαλλιστικών βλημάτων.
Μετά την πρόσκτηση στόχου, το ραντάρ περνά σε λειτουργία σάρωσης τομέα για αυτόματη ιχνηλάτηση και καθοδήγηση βλημάτων.
Το σύστημα επιτρέπει την εμπλοκή 6 στόχων ταυτόχρονα με δύο βλήματα ανά στόχο. Επίσης, στο S-300PMU1 αντικαταστάθηκε και ο εξοπλισμός επιτήρησης και Διοίκησης, Ελέγχου, Επικοινωνιών και Πληροφοριών (C3I) των προηγούμενων εκδόσεων, σε επίπεδο ταξιαρχίας.
Στο σύστημα C3I, περιλαμβάνεται το τρισδιάστατο ραντάρ επιτήρησης με κεραία φασικής διάταξης και ο σταθμός διοίκησης 54Κ6. Ο τελευταίος είναι εγκατεστημένος σε φορτηγό όχημα ΜΑΖ-543.
Η κύρια λειτουργία του 54Κ6 είναι η εσωτερική διασύνδεση των πυροβολαρχιών βολής της ταξιαρχίας S-300PMU1. Το ραντάρ 64Ν6 επιτρέπει
στο σύστημα την ιχνηλάτηση και εμπλοκή τακτικών βαλλιστικών βλημάτων, σε αντίθεση με τις προηγούμενες εκδόσεις του συστήματος.
Η σήμανση από το σύστημα διοίκησης 83Μ6 επιτρέπει στο S-300PMU1 την εμπλοκή στόχων πολύ υψηλότερης ταχύτητας, μέχρι και 2.800m/sec, όπως βαλλιστικά βλήματα.
Οι προηγούμενες εκδόσεις μπορούσαν να εμπλέξουν στόχους μέγιστης ταχύτητας 1.300m/sec, η οποία είναι τυπική για αεροσκάφη. Με το σύστημα 83Μ6, εκτελείται αυτόματα η σήμανση και μεταβίβαση στόχων στις πυροβολαρχίες βολής.
Τα κύρια συγκροτήματα μιας μονάδας πυρός είναι τα εξής:
>Όχημα Διοίκησης και Ελέγχου (Command Post / CP)
>Ραντάρ Επιτήρησης (All-Round Surveillance Radar / RSR)
>Ραντάρ Ανίχνευσης Τομέα (Sector Scanning Radar / SSR)
>Σταθμός Καθοδήγησης Πυραύλων (Multi-channel Missile Guidance Station / MMGS)
>Εκτοξευτές Πυραύλων (Launchers)
>Φορτωτές Εκτοξευτών (Transporter Loader-Launchers / TTL)
>Κατευθυνόμενοι Πύραυλοι Α/Ε τύπου 9M82 (Heavy) και 9M83 (Light)
Tμήμα ειδήσεων defencenet.gr