Εισήγηση από “γεράκι” των Δημοκρατικών: “Μπάιντεν φύγε από το Ιντσιρλίκ” αλλά…
Στις ΗΠΑ ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια σε ότι αφορά την Τουρκία ακολουθούν μια συγκεκριμένη τακτική:
Κάποιοι, συνήθως εκτός θώκων εξουσίας επικρίνουν την Άγκυρα και τις επιλογές της και τα κυβερνητικά στελέχη κρατούν την ηρεμία στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.
Έτσι είναι όλοι ευχαριστημένοι αλλά επί της ουσίας οι ΗΠΑ δεν θέλουν να χάσουν οριστικά την Τουρκία και αυτό η Άγκυρα το γνωρίζει καλά.
Παρόμοια είναι η στάση των ΗΠΑ και με την Σαουδική Αραβία αφού χωρίς αυτήν το δολάριο θα ήταν απλό χαρτί γενικής χρήσεως.
Μια ιδιαίτερα αιχμηρή τοποθέτησή στην εφημερίδα Washington Examiner, έκανε ο γνωστός ειδικός αναλυτής και πρώην αξιωματούχος του αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας Michael Rubin ο οποίος είναι και γνωστό “γεράκι” των Δημοκρατικών.
Κατά αυτόν η παραμονή αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων στην βάση του Ιντσιρλίκ στην Τουρκία, όχι μόνο δεν είναι μόνο βιώσιμη, αλλά επιφυλάσσει και κινδύνους.
Η απόκτηση των ρωσικών πυραυλικών συστημάτων αεροπορικής άμυνας S-400 από την Τουρκία, πριν από περίπου δύο χρόνια, σηματοδότησε την «στροφή» στην εξωτερική πολιτική και σε ότι αφορά την στρατηγική συμμαχιών της Άγκυρας, που προσέγγισε την Ρωσία.
Aρχικά ως αντίβαρο για να εκβιαστούν οι ΗΠΑ να προσφέρουν στην Τουρκία περισσότερα ανταλλάγματα και στη συνέχεια ως εναλλακτική στρατηγική σε περίπτωση που η Δύση πιέσει την Άγκυρα για να πετύχει την επαναφορά της στα… δυτικά πλαίσια.
Στο πλαίσιο αυτό, ο Michael Rubin λέει χαρακτηριστικά ότι αν ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν πρέπει να εγκαταλείψει μια ξένη στρατιωτική βάση, αυτή δεν είναι άλλη από την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ στη νότια Τουρκία, κάτι το οποίο, σύμφωνα με τον ίδιο, έπρεπε να είχε υλοποιηθεί τουλάχιστον εδώ και μια δεκαετία.
Όπως αναφέρει η συγκεκριμένη αεροπορική βάση διαδραμάτιζε κάποτε έναν πολύ σημαντικό ρόλο στρατηγικής σημασίας εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
Διέθετε έναν πολύ μεγάλο αριθμό πυρηνικών όπλων και χάρη στην γεωγραφική της θέση, απέτρεπε την όποια προσπάθεια σοβιετικής εισβολής στη λεγόμενη «νοτιο-ανατολική πτέρυγα» του NATO.
Τώρα όμως η Τουρκία πλέον έχει δείξει την προθυμία και την βούλησή της να συνεργάζεται σε πολλούς τομείς με την Ρωσία και έτσι «παρά την ένταξη της Τουρκίας στο NATO, ο Πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στρέφεται όλο και περισσότερο προς τη Ρωσία, με αποτέλεσμα η Τουρκία να είναι τόσο εχθρός όσο και σύμμαχος».
Αναφορικά με την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, ο Michael Rubin την χαρακτηρίζει ως «στρατηγικό εμπόδιο».
Και συνεχίζει, τονίζοντας πως: «Ο Πρόεδρος Ερντογάν θα μπορούσε μια μέρα να θεωρήσει την αμερικανική παρουσία στην αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ ως μια κατάσταση ομηρίας. Εάν, όμως, οι ΗΠΑ αποχωρήσουν από εκεί, τότε ο μόνος χαμένος θα ήταν η Τουρκία και πιο συγκεκριμένα η τοπική οικονομία».
Τέλος, υπογραμμίζει ότι η Ουάσινγκτον θα μπορούσε να χρησιμοποιεί αεροπορικές βάσεις στην Ελλάδα και στη Ρουμανία ως εναλλακτικές λύσεις που δεν υπήρχαν στο παρελθόν.
Το άρθρο Ρούμπιν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένας μοχλός πίεσης προς την Τουρκία ότι δεν είναι “αναντικατάστατη”.
Tο ζήτημα είναι κατά πόσο “τσιμπάει” ο Ερντογάν με τέτοιες αναλύσεις-εισηγήσεις.
Πάντως όπως και να έχει, την Ελλάδα την συμφέρει να παραμείνει το εχθρικό κλίμα μεταξύ ΗΠΑ-Τουρκίας και αν είναι δυνατόν να επιδεινωθεί.