Στις προοπτικές βελτίωσης των διμερών σχέσεων Δύσης και Ρωσίας αναφέρθηκαν οι ομιλητές του πάνελ «Russia and the West: What are the future for the troubled relationship» με συντονιστή τον Διευθυντή Ερευνητικών Πργραμμάτων του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνο Φίλη, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 3ου  Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.

Την άποψη πως δεν υπάρχει ουσιαστική βελτίωση στις σχέσεις Δύσης και Ρωσίας εξέφρασε ο κ. Adam Thomson, Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ηγεσίας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όπως τόνισε, δεν υπάρχει ουσιαστική πολιτική βούληση προς αυτή την κατεύθυνση, οι στρατιωτικές και πυρηνικές σχέσεις παραμένουν περίπλοκες και παρατηρείται μια όλο και μεγαλύτερη θεσμοθέτηση από άποψη κυρώσεων.

Μάλιστα χαρακτήρισε τη σχέση αυτή δαπανηρή κι επικίνδυνη γεγονός που πρέπει να ενσταλάζει φόβο. «Η κατάσταση έτσι όπως διαμορφώνεται σήμερα, θυμίζει προηγούμενες δεκαετίες και οι πιθανότητες να υπάρξουν κακοί υπολογισμοί οι οποίοι θα οδηγήσουν σε περαιτέρω κλιμάκωση και σε ατυχήματα δεν είναι μικρή», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Thomson

Ωστόσο, όπως συμπλήρωσε, μια προβληματική σχέση δε σημαίνει απαραίτητα ότι δεν επιδέχεται βελτιώσεις και υπάρχουν μικρά βήματα που θα μπορούσαν να γίνουν. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται η επίλυση της ουκρανικής κρίσης αλλά και η υιοθέτηση της αντιβαλιστικής άμυνας από πλευράς ΗΠΑ και ΝΑΤΟ γεγονός που απασχολεί έντονα τη Ρωσία.

Απαισιόδοξη φάνηκε και η κα Heather Conley, αντιπρόεδρος του CSIS για την Ευρώπη την Ευρασίας και την Αρκτική. Σε μια προσπάθεια να καταθέσει την οπτική της Ουάσινγκτον πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα, η κα Conley ανέφερε ότι για να προσδιοριστεί η πολιτική των ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία θα πρέπει αρχικά να προσδιοριστεί η “αφετηρία” της. «Αν ρωτήσουμε το Κογκρέσο θα δούμε ότι έχει υιοθετήσει μια πολύ συγκεκριμένη πολιτική με κυρώσεις έναντι της Ρωσίας. Ωστόσο θα δούμε να ακολουθείται μια διαφορετική πολιτική αν ρωτήσουμε τον Πρόεδρο Τραμπ και το Λευκό Οίκο και διαφορετική αν ρωτήσουμε τα αρχηγεία των μυστικών υπηρεσιών, όπως η CIA» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Μάλιστα τα επόμενα έξι χρόνια διακυβέρνησης Πούτιν σύμφωνα με την κ. Conley αναμένεται να δυναμιτίσουν κι όχι να αποκλιμακώσουν την κατάσταση.

Στις προκλήσεις που αποτελούν απειλή για την Ρωσία και για την ΕΕ αναφέρθηκε από πλευράς του και ο κ. Alexey Gromyko διευθυντής του Ινστιτούτου της Ευρώπης στη Ρωσική Ακαδημία Επιστημών (Institute of Europe, Russian Academy of Science).

Η πρώτη πρόκληση όπως αρχικά επεσήμανε είναι πλέον η πολυκεντρικότητα, η οποία κυριαρχεί για πρώτη φορά. «Αν μελετήσει κανείς τα στοιχεία θα διαπιστώσει ότι μέχρι το 2030 στο top 20 των ανεπτυγμένων χωρών θα εμφανιστούν πολλές χώρες που δεν ανήκουν στον δυτικό κόσμο. Οι μεγάλες δυνάμεις όπως ορίστηκαν στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα φθίνουν με τα χρόνια είτε γιατί άλλες οικονομίες αναπτύσσονται ραγδαία είτε γιατί βρίσκονται σε αδιέξοδο». Δεύτερος παράγοντας είναι και η παγκοσμιοποίηση, η οποία συρρικνώνει τη μεσαία τάξη τα τελευταία 20 χρόνια με αποτέλεσμα να κυριαρχεί ο λαϊκισμός και οι τραγικές του συνέπειες. Σημαντική είναι και η διόγκωση των κοινωνικών ανισοτήτων με παράλληλη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας και της δικαιοσύνης, γεγονός που αυξάνει τις  διχαστικές τάσεις.

Απαισιόδοξος φάνηκε και ο κ. Dimitri Polikanov πρόεδρος του Trialogue Club και εμπειρογνώμονας της Ρωσικής κυβέρνησης. Όπως είπε αυτή τη στιγμή δεν έχουμε κοινή στρατηγική και δεν προκύπτουν οφέλη από την προσέγγιση ΗΠΑ – Ρωσίας, κι αυτό δεν αναμένεται να βελτιωθεί τα επόμενα χρόνια. «Είναι σαφές ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα επανεκλέγει γεγονός που θα αποτελέσει τροχοπέδη για τις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία αφού η Δύση έχει δαιμονοποιήσει τον Πούτιν». Ο κ. Polikanov έκρινε ότι είναι δύσκολο να ξεκινήσει μια σχέση προσέγγισης και να αλλάξει η αντίληψη της ρωσικής απειλής. «Η αντιρωσική ρητορική χρησιμοποιείται στη Δύση για να πείσει τους ψηφοφόρους όταν κάτι δεν πάει καλά στην εσωτερική πολιτική των χωρών. Παράλληλα, έχουν διαταραχθεί και οι προσωπικές επαφές του κυρίου Πούτιν με τους Δυτικούς ηγέτες. Από οικονομικής απόψεως ο κ. Polikanov τόνισε ότι η Ρωσία μπορεί να είναι αυτάρκης και οι ρώσοι επιχειρηματίες είναι δύσκολο να στραφούν στη Δύση αφού οι δεσμοί τους με την κρατική χρηματοδότηση είναι ισχυροί. «Το 90 η Ρωσία ήθελε να είναι στη λέσχη των δυτικών κρατών αφού θεωρείτο προνόμιο σήμερα όμως η Ευρώπη βρίσκεται σε φάση παρακμής».

Πιο αισιόδοξος φάνηκε ο κ. Klaus Wittmann, senior fellow στο Ινστιτούτο Aspen της Γερμανίας. «Θέλω να είμαι πιο αισιόδοξος και πιστεύω ότι το ζήτημα χρειάζεται μια διαφορετική θεώρηση. Η Δύση δεν έκανε τα πάντα σωστά αλλά ούτε και τα πάντα λάθος. Υπήρξαν δράσεις της Δύσης που προκάλεσαν την αντίδραση της Ρωσίας. Αλλά πλέον έχουμε μάθει από τα λάθη μας. Τόσο τα κλισέ του ΝΑΤΟ όσο και τα στερεότυπα του ψυχρού πολέμου θα πρέπει να ξεπεραστούν. Ωστόσο και η Ρωσία θα πρέπει να κατανοήσει ότι το πρόβλημα στην ασφάλειά της προκαλείται από την Ανατολή κι όχι από την Δύση και να σταματήσει να παρεμβαίνει με την δικαιολογία ότι θέλει να προστατέψει τους πολίτες της, κάτι που μας θυμίζει τον καιρό του Στάλιν. Πρέπει να μην είμαστε μηδενιστές, το ΝΑΤΟ να είναι πιο ανοιχτό σε διάλογο και η Δύση να εξηγήσει στον Πούτιν ότι δεν επιθυμεί μια μικρή Ρωσία».

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ