Γεωλόγοι και οικονομολόγοι  επιβεβαιώνουν ότι η κατεχόμενη παλαιστινιακή επικράτεια (oPt) βρίσκεται πάνω από πολύ μεγάλες δεξαμενές πλούτου πετρελαίου και φυσικού αερίου, τόσο στην περιοχή C της Δυτικής Όχθης όσο και στις ακτές της Μεσογείου στα ανοιχτά της Λωρίδας της Γάζας, σύμφωνα με πρόσφατη (Αύγουστος 2019) μελέτη της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD).

Η περιοχή C στη Δυτική Όχθη είναι η περιοχή που κατέχουν οι Ισραηλινοί έχοντας δημιουργήσει πολυπληθείς οικισμούς (περί τους 260) και στην οποία ζουν γύρω στις 450.000 εποίκων .

Η συγκεκριμένη περιοχή  καταλαμβάνει  το 61% της συνολικής έκτασης  των 5.860 τ. χλμ. της Δυτικής Όχθης, της περιοχής που οι Παλαιστίνιοι θέλουν ως κράτος τους,.

Η έκταση της Δυτικής Όχθης, που ονομάστηκε έτσι από τη γειτνίασή της με την δυτική όχθη του ποταμού Ιορδάνη αντιπροσωπεύει  το 22% της συνολικής έκτασης της Παλαιστίνης που ήταν υπό βρετανική κατοχή έως το 1948.

Η Δυτική Όχθη κατοικείται επίσης από 2,5 εκατ. Παλαιστίνιους περίπου, σε μια έκταση που αντιπροσωπεύει το 39% της συνολικής της έκτασης, χωρισμένη σε δύο ζώνες την Α και Β, που είναι οι παλαιστινιακές.

Σύμφωνα πάντα με τη μελέτη της UNCTAD οι ανακαλύψεις φυσικού αερίου στη λεκάνη του Λεβάντε (ανοικτά της Γάζας) κυμαίνονται στα 122 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια, ενώ το ανακτήσιμο πετρέλαιο υπολογίζεται σε 1,7 δισεκατομμύρια βαρέλια, η οποία έχει τίτλο «The Economic Cost of Occupation for the Palestinian People».

Όπως σημειώνει η μελέτη: «Αυτό προσφέρει μια ευκαιρία να διανεμηθούν και να μοιραστούν περίπου 524 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ μεταξύ των διαφόρων μερών στην περιοχή και να προωθηθεί η ειρήνη και η συνεργασία μεταξύ των παλαιών εμπόλεμων χωρών».

«Ωστόσο, μέχρι στιγμής έχει απαγορευτεί στον παλαιστινιακό λαό να εκμεταλλευτεί τα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη γη και το νερό του για να καλύψει τις ενεργειακές του ανάγκες και να δημιουργήσει φορολογικά και εξαγωγικά έσοδα.

Αυτό αυξάνει τόσο το κόστος ευκαιρίας όσο και το συνολικό κόστος που επιβαρύνει τον παλαιστινιακό λαό ως αποτέλεσμα της κατοχής», αναφέρει επίσης η μελέτη.

Σε μια σειρά ψηφισμάτων της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ζητήθηκε από την UNCTAD να αξιολογήσει και να αναφέρει το οικονομικό κόστος της κατοχής που βαρύνει τον παλαιστινιακό λαό.

Η μελέτη επικεντρώνεται στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο λόγω της υψηλής αξίας και της κρίσιμης σημασίας τους για την κάλυψη των βασικών παλαιστινιακών αναγκών σε ενέργεια, καθώς και φορολογικά και εξαγωγικά έσοδα.

Εντοπίζει και αξιολογεί τα υπάρχοντα και πιθανά παλαιστινιακά αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν.

Επίσης κρίσιμα είναι τα νέα ευρήματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο που το Ισραήλ έχει αρχίσει να εκμεταλλεύεται για δικό του όφελος, ενώ αυτοί οι πόροι μπορεί να θεωρούνται κοινόχρηστοι πόροι, καθώς το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο υπάρχουν σε κοινά κοιτάσματα.

Με την κατάληψη όμως της Λωρίδας της Γάζας από τη Χαμάς το 2007, οι πιθανότητες για την ανάπτυξη του κοιτάσματος φυσικού αερίου μειώθηκαν – τόσο λόγω της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση της Ραμάλα όσο και της ισραηλινής άρνησης να διαπραγματευτεί με τη Χαμάς, που θεωρείται ως τρομοκρατική οργάνωση.

Οι πιθανότητες μειώθηκαν περαιτέρω με την ανακάλυψη μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στα οικονομικά ύδατα του Ισραήλ το 2009 και το 2010, καθιστώντας το Ισραήλ έναν απίθανο πελάτη για το παλαιστινιακό αέριο.

Το 2018, η εταιρεία Shell, η οποία είχε εξαγοράσει την British Gas νωρίτερα, αποφάσισε να παραιτηθεί από το μερίδιο 60% της Gaza Marine, μεταβιβάζοντάς το σε παλαιστινιακές κρατικές εταιρείες.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ