Τη συμμετοχή πρακτόρων της CIA στη ρωσική κυβέρνηση του Μπόρις Γιέλτσιν τη δεκαετία του 1990 και την εκδίωξή τους αποκάλυψε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν. 

Τόνισε μάλιστα το γεγονός ότι οι Αμερικανοί πράκτορες εν συνεχεία τιμωρήθηκαν και στις ΗΠΑ λόγω του πλουτισμού που είχαν πετύχει κατά την διάρκεια της «μαύρης» περιόδου της Ρωσικής Ομοσπονδίας, όταν η διαφθορά δημιούργησε μέσα σε μία νύχτα πάμπλουτους ολιγάρχες που άρπαξαν την κρατική περιουσία.

Σημειώνει μάλιστα ότι τα στελέχη αυτά κατέφτασαν στην Ρωσία μέσω της περιβόητης USAID, μίας οργάνωσης με βιτρίνα φιλανθρωπικού χαρακτήρα, που όμως κατά πολλούς θεωρείται το «μακρύ χέρι» της CIA.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «καθάρισε τους πάντες στις αρχές της δεκαετίας του 2000» και αργότερα αυτοί οι άνθρωποι οδηγήθηκαν στη δικαιοσύνη στις Ηνωμένες Πολιτείες για παραβίαση της αμερικανικής νομοθεσίας καθώς συμμετείχαν σε ρωσικές εμπορικές επιχειρήσεις. 

Αν και ο Πούτιν δεν κατονόμασε αυτούς τους πράκτορες της CIA, θα μπορούσε να αναφερόταν στους συμβούλους Andrei Shleifer και Jonathan Hay.

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είπε ότι τη δεκαετία του 1990, η  ρωσική κυβέρνηση είχε μέλη από το προσωπικό της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ την γνωστή CIA ή αλλιώς «The Company» όπως χαρακτηρίζεται στον κόσμο των μυστικών υπηρεσιών.

«Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, είχα ήδη καθαρίσει τους πάντες, αλλά στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όπως αποδείχθηκε, τα μέλη του προσωπικού της CIA των ΗΠΑ υπηρετούσαν ως σύμβουλοι και επίσημοι υπάλληλοι της ρωσικής κυβέρνησης», είπε ο Πούτιν σε μια συνάντηση του Συμβουλίου για την Ανάπτυξη της Κοινωνίας των Πολιτών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτοί οι πράκτορες διώχθηκαν στη συνέχεια στις Ηνωμένες Πολιτείες επειδή συμμετείχαν σε προσωπικό πλουτισμό συμμετέχοντας σε ρωσικές ιδιωτικές εταιρείες. 

Την άνοιξη του 2013, ο Πούτιν ανακοίνωσε ότι Αμερικανοί αξιωματικοί πληροφοριών στη δεκαετία του ’90 εργάζονταν στον κύκλο του Ανατόλι Τσουμπάις , ο οποίος ήταν τότε επικεφαλής της Επιτροπής Κρατικής Περιουσίας και επέβλεπε την ιδιωτικοποίηση.

Τιμωρήθηκαν για πλουτισμό

«Μετά την επιστροφή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες, οδηγήθηκαν σε δίκη για το γεγονός ότι, κατά παράβαση των νόμων της χώρας τους, πλούτισαν με τις δραστηριότητές τους στη Ρωσική Ομοσπονδία. Και δεν είχαν το δικαίωμα να το κάνουν ως εν ενεργεία αξιωματικοί των πληροφοριών. Σύμφωνα με το νόμο, τους απαγορεύτηκε να ασκούν οποιαδήποτε εμπορική δραστηριότητα εκτός των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά δεν μπορούσαν να αντισταθούν – στη διαφθορά, ξέρετε», είπε ο αρχηγός του κράτους.

Σύμφωνα με πηγή του RIA Novosti , ο Πούτιν θα μπορούσε να αναφέρεται για τους συμβούλους της ρωσικής κυβέρνησης σε θέματα ιδιωτικοποιήσεων – Τζόναθαν Χέι και Αντρέι Σλάιφερ.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ένα αμερικανικό δικαστήριο τους κατηγόρησε για παράνομο πλουτισμό, αφού, εκτός από τη διαβούλευση, ο Χέι και ο Σλάιφερ ασχολούνταν με επενδύσεις.

«Η παραβίαση της σύμβασης, σύμφωνα με την κυβέρνηση, προκάλεσε τεράστια ζημιά στην ρωσο-αμερικανικές σχέσεις» η εφημερίδα Kommersant ανέφερε το 2004.

Το 2005, ο Σλάιφερ καταδικάστηκε σε πρόστιμο 28,5 εκατομμυρίων δολαρίων.

Μέσω της USAID

Ο Σλάιφερ (καταγωγή από την ΕΣΣΔ που μετανάστευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες με τους γονείς του το 1976) και ο βοηθός του Χέι έφτασαν στη Ρωσία στο πλαίσιο ενός προγράμματος βοήθειας για τη μετάβαση σε μια οικονομία της αγοράς, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από τον Οργανισμό Διεθνούς Ανάπτυξης των Η.Π.Α. –( USAID)

Ο δημοσιογράφος Γουίλιαμ Μπλαμ σημείωσε ότι η USAID συνεργάστηκε με τη CIA τουλάχιστον τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. 

Οι πράκτορες πληροφοριών συχνά δρούσαν στο εξωτερικό υπό την κάλυψη αυτής της δομής. Η USAID λειτούργησε στη Ρωσική Ομοσπονδία από το 1992 έως το 2012, συμμετείχε στη σύνταξη του Συντάγματος της Ρωσικής Ομοσπονδίας, συνεργάστηκε με κυβερνητικούς φορείς και έναν αριθμό μη κερδοσκοπικών οργανισμών ανθρωπιστικού χαρακτήρα.

Πολλές εθνικές κυβερνήσεις, ειδικά εκείνες που δεν έχουν καλές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες, δεν αμφιβάλλουν ότι η USAID υποστηρίζει άμεσα ή έμμεσα την αντίθεσή τους παρεμβαίνοντας στην εσωτερική πολιτική. 

Τέτοιες δηλώσεις ακούγονται ιδιαίτερα συχνά από τη Βενεζουέλα, το Ιράν και την Κούβα. Τον Απρίλιο, η ιρανική τηλεόραση, επικαλούμενη πηγές από το Πακιστάν, ανακοίνωσε ότι η USAID χρησιμοποιήθηκε από τη CIA για να συγκαλύψει τις δραστηριότητές της. 

Οι αξιωματούχοι της USAID το αρνούνται. Το 2002, με τη βοήθεια της USAID, άνοιξε το Γραφείο Πρωτοβουλίας στη Βενεζουέλα για να διευκολυνθεί η μετάβαση από την κυριαρχία του Ούγκο Τσάβες σε ένα πιο δημοκρατικό καθεστώς και το 2004 η USAID κατηγορήθηκε στην Αϊτή ότι χρηματοδότησε την αντιπολίτευση που προσπάθησε να ανατρέψει τον Πρόεδρο Ζαν Μπερτράν Αριστίντ.

Το πραξικόπημα του 2004 στην Αϊτή έλαβε χώρα μετά τις συγκρούσεις που διαρκούσαν για αρκετές εβδομάδες στην Αϊτή κατά τον Φεβρουάριο του 2004. Το πραξικόπημα ολοκληρώθηκε -με στρατιωτική επιχείρηση των ΗΠΑ, της Γαλλίας και του Καναδά- στις 20 Φεβρουαρίου του 2004. με την απομάκρυνση του Προέδρου Ζαν-Μπερτράν Αριστίντ, τερματίζοντας παράλληλα τη δεύτερη θητεία του.

Ο Αριστίντ εγκατέλειψε την Αϊτή με αεροπλάνο των Ηνωμένων Πολιτειών υπό την συνοδεία προσωπικού στρατιωτικής ασφαλείας των ΗΠΑ.

Ο Αριστίντ ισχυρίζεται ότι η αποχώρησή του ήταν απαγωγή και κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι ενορχήστρωσαν πραξικόπημα εναντίον του . Εντέλει εξαναγκάστηκε σε εξορία, μεταβαίνοντας κατευθείαν από την Αϊτή στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, για να εγκατασταθεί οριστικά στη Νότια Αφρική.

Προσωρινή κυβέρνηση υπό την ηγεσία του πρωθυπουργού Ζεράρ Λατορτύ που επέστρεψε από τις ΗΠΑ, εγκατέστησε ως πρόεδρο τον Μπονιφάς Αλεξάντρ.

ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ